Στο νυχτερινό σύνδρομο παρατηρείται νυχτερινή υπερφαγία, η οποία γίνεται είτε συνειδητά, είτε ασυνείδητα. Τα άτομα με νυχτερινό σύνδρομο συνήθως περιορίζουν τη λήψη τροφής κατά τη διάρκεια της ημέρας και παρουσιάζουν πρωινή ανορεξία, λόγω της νυχτερινής κατανάλωσης τροφής.

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί παρακλάδι της βουλιμίας.Σύμφωνα μ' αυτά παρατηρείται μεγάλη κατανάλωση τροφής (υπερφαγικό επεισόδιο) τουλάχιστον 3 φορές την εβδομάδα, μετά το δείπνο και αφού το άτομο έχει ήδη πέσει για ύπνο. Για να χαρακτηριστεί διαταραχή πρέπει να γίνεται τουλάχιστον πάνω από 2 μήνες. Συχνότερο είναι το φαινόμενο, σε περιόδους έντονου στρες, εφόσον η υπερφαγία αποτελεί για τα άτομα αυτά μια διέξοδος από το φορτίο άγχους που τους απασχολεί. Δυστυχώς, το σύνδρομο είναι κλινικά σημαντικό λόγω της συσχέτισής του με την παχυσαρκία.

Η παρουσία του αυξάνεται σε συνάρτηση με το αυξανόμενο σωματικό βάρος και τουλάχιστον τα μισά από τα άτομα με το σύνδρομο αυτό, αναφέρουν φυσιολογικό σωματικό βάρος πριν την εμφάνιση του συνδρόμου. Άτομα που εμφανίζουν το σύνδρομο δυσκολεύονται στην απώλεια σωματικού βάρους σε σύγκριση με άτομα αυξημένου βάρους χωρίς το σύνδρομο νυχτερινής υπερφαγίας. ο συνδυασμός διαταραχής της πρόσληψης τροφής, της διαταραχής του ύπνου και της άσχημης ψυχολογικής διάθεσης, αποτελούν πρόδρομες καταστάσεις που οδηγούν στην εμφάνιση της παχυσαρκίας.

Τα τρία αυτά επίπεδα διαταραχής, πιθανόν να συνδέονται μέσω νευροενδοκρινολογικών μηχανισμών  και αφορούν στα επίπεδα κορτιζόλης, μελατονίνης, γρελίνης αλλά και της λεπτίνης, που οδηγούν στην εμφάνιση της διατροφικής διαταραχής.